Ως είθισται την Κυριακή Δ’ Λουκά (Λουκ. 8, 5-15), Κυριακή του Σπορέως, τα
Κατηχητικά ξεκινούν τη λειτουργία τους. Με την χάρη του Θεού και την ευλογία του
οικείου Επισκόπου, κάθε ενορία που έχει τη δυνατότητα ξεκινάει το κατηχητικό της
έργο.
Το κατηχητικό έρχεται να σταθεί μέσα στο χρόνο και τον τόπο. Σε έναν πολύ
διαφορετικό χρόνο και τόπο, με όσα αυτά τα δύο μεγέθη συμπαρασύρουν μαζί. Είναι
εμφανές πως δεν είναι καιρός για πρίγκιπες. Με άλλα λόγια, το κατηχητικό
αναπτύσσεται πλέον μέσα σε μία κοινωνία που δεν θυμίζει σε τίποτε κοινωνίες
προηγουμένων ετών, όπου υπήρχε μεγάλη συμμετοχή παιδιών στα κατηχητικά και
ζωηρό ενδιαφέρον. Πράγματι, οι εποχές έχουν αλλάξει, αλλάζουν, διαρκώς
μεταβάλλονται και θα μεταβάλλονται, όπως μεταβάλλονται και οι συνθήκες
διαβίωσης, οι ανάγκες των νοικοκυριών, τα προβλήματα των μελών μιας οικογένειας,
τα οικονομικά τους μεγέθη, οι κοινωνικές δομές, το περιβάλλον γύρω από εμάς,
εμείς, οι άλλοι, ο ξένος, ο κάθε ξένος, εθνικά, πολιτισμικά, θρησκευτικά.
Αυτό όμως επουδενί δεν σημαίνει πως πρέπει να αλλάξει ο λόγος του ευαγγελίου.
Αντιθέτως, παραμένει σταθερώς σε μία διαρκώς μεταβαλλόμενη κοινωνία. Τα παιδιά
στο κατηχητικό αντιλαμβάνονται και βιώνουν τις οποιεσδήποτε αλλαγές της
κοινωνίας, όμως το ευαγγέλιο δεν μπορεί να αλλάξει. Ούτε επειδή αλλάζει η κοινωνία
μας, ούτε για να γίνει αρεστό. Κεντρικό πρόσωπο παραμένει το πρόσωπο του
Χριστού, Εκείνος που είναι η Οδός, η Αλήθεια και η Ζωή (Ιω. 14,6). Το κατηχητικό
δεν εμφορείται μιας ακόμη αποτυχημένης ιδεολογίας, ενός κοινωνικού συμβολαίου ή
ενός κώδικα ηθικής. ‘’Ο κόσμος σήμερα δεν χρειάζεται ηθική, αλλά ήθος’’, θα πει ο
Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας.
Η Εκκλησία και μάλιστα η ενορία παραμένει ζωντανή στη σύγχρονη κοινωνία και
επιτελεί τον ποιμαντικό της ρόλο με συνέπεια. Τα παιδιά, όπως και ο κάθε
άνθρωπος, αποτελούν εικόνες Θεού. Και ο λόγος του Χριστού δεν παραβλέπεται:
‘’Αφήστε τα παιδιά να έλθουν σ’ εμέ και μην τα εμποδίζετε· διότι σε τέτοιους ανήκει η
βασιλεία των ουρανών’’ (Λουκ. 18,16). Εκείνο ίσως που είναι ανάγκη να προσεχτεί
περισσότερο είναι το λειτουργικό μέρος της ενορίας, η λειτουργική της ζωή και
συγκεκριμένα η Θεία Ευχαριστία. Επειδή ακριβώς η Θεία Ευχαριστία διδάσκει ένα
ευχαριστιακό ήθος, στο σημείο αυτό σημειώνονται δυσκολίες. Τα παιδιά μπορεί να
συμμετέχουν στα κατηχητικά, να αγκαλιάζουν ενοριακές δραστηριότητες και να
συμμετέχουν ενεργά σε αυτές, αλλά δεν εκκλησιάζονται. Και όταν λέμε για
εκκλησιασμό, δεν μιλούμε για έναν υποχρεωτικό και στείρο εκκλησιασμό που πρέπει
να γίνει στα πλαίσια μιας ηθικής ή ακόμη και υπαρξιακής υποχρέωσης. Ο
εκκλησιασμός δεν είναι υποχρέωση, αλλά μετοχή και συμμετοχή στην εκκλησιαστική
κοινότητα. Γι’ αυτό και η ενορία αποτελεί το κοινό μας σπίτι, την μεγάλη μας
οικογένεια, μαζί μα τις χαρές και λύπες της ζωής.
Στις μέρες μας ολοένα και περισσότερο ο λόγος του αγίου Γρηγορίου Παλαμά
επιβεβαιώνεται: ‘’Όταν ο νους του ανθρώπου αποστατήσει από τον Θεό γίνεται ή
κτηνώδης ή δαιμονιώδης· παραβιάζει τα φυσικά του όρια και αλλοτριώνεται
[2]
παρασυρόμενος από την φιλοχρηματία, την φιλοδοξία και την φιληδονία’’. Αυτό το
διαπιστώνουμε συνεχώς στην κοινωνία μας και ιδίως, όσον αφορά τα παιδιά και τους
νέους, με την παραβατικότητα μεταξύ των ανηλίκων που σημειώνεται έντονη.
Το κατηχητικό έρχεται λοιπόν σε μία εποχή με σταθερό και αναλλοίωτο τον
ευαγγελικό και πατερικό λόγο και με μία ζωντανή και όχι μουσειακή παράδοση,
λαμβάνοντας όμως οπωσδήποτε υπόψη τις συνθήκες της κοινωνίας μέσα στις
οποίες το ίδιο αναπτύσσεται. Ο λόγος της Εκκλησίας δεν είναι ένας λόγος που
πρέπει να ειπωθεί για να αρέσει ή για να προσελκύσει ολοένα και περισσότερους
πιστούς, δεν αναλώνεται στις νοσηρές καταστάσεις της κακώς νοουμένης
θρησκευτικότητας, δηλαδή στον ηθικισμό και ευσεβισμό που πλεονάζει εντός των
τειχών της Εκκλησίας, δεν ενθαρρύνει νοσηρές εκφάνσεις ενός θρησκευτικού
γεγονότος (η εκκλησία εξάλλου βρίσκεται στον αντίποδα της θρησκείας), αλλά και δεν
σχετίζεται με την κακεντρέχεια από την οποία διέπονται εκκλησιαστικές φωνές
διχασμού, αλαζονείας και ορθοδοξομανίας.
Είναι ευκαιρία να διδάξουμε ως ιερείς και ως κατηχητές στα παιδιά μας το
πραγματικό ήθος της Εκκλησίας. Και να δείξουμε επιτέλους, σε πείσμα όλων εκείνων
των φωνών που πλήττονται από μία ιδεολογικοποιημένη Ορθοδοξία και μία εν τέλει
ποιμαντική ειδωλολατρία, όπως εκείνες τις έχουν ορίσει και υιοθετήσει, τους καρπούς
του αγίου Πνεύματος που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με τη μιζέρια και τον
φανατισμό. Και ποιοι είναι αυτοί οι καρποί; Όπως μας λέει ο απόστολος Παύλος:
‘’αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστοήθεια, αγαθοσύνη, πίστη, πραότητα,
εγκράτεια’’ (Γαλ. 5, 22-23). Έτσι, ίσως δούμε και πάλι χαρούμενα πρόσωπα εντός
της Εκκλησίας.
Είναι μεγάλο το όφελος από τη λειτουργία των κατηχητικών. Εκείνων των
κατηχητικών που δεν δαιμονοποιούν την εποχή τους, τους άλλους, τους κάθε
άλλους, θρησκευτικά, εθνικά, πολιτισμικά, οικονομικά, τα τεχνολογικά μέσα της
κοινωνίας και των προοδευτικών εξελίξεων, όταν αυτά όμως υπηρετούν, καλύτερα
διακονούν, την βίωση του κάθε μυστηρίου, σημαίνοντος και σημαινομένου εντός της
Εκκλησίας. Τα κατηχητικά που λειτουργούν εντός της ενορίας είναι ανάγκη να
παραμένουν συνδεδεμένα με τη ζωή της ενορίας, η οποία φέρνει την εμπειρία από τη
βίωση των γεγονότων μέσα από τα μυστήρια. Έτσι διαμορφώνεται ένας χαρακτήρας
με πραγματικό ήθος και ευαισθησίες. Να μην τα χάσουμε. Αυτά απαιτούν αγώνα. Γι’
αυτά να κάνουμε μεγάλο αγώνα μέσα στην ενορία. Αυτός είναι ο πραγματικός
αγώνας και η πραγματική πρόκληση στις μέρες μας. Όλα τα άλλα είναι εκ του
πονηρού.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (θεολόγος, βαλκανιολόγος)
Εφημέριος Διάβας Ι.Μ. Σταγών & Μετεώρων