Ο άχρονος αρχίζει σημειώνει ο άγιος Γρηγόριος Θεολόγος. Μετά την Ανάσταση μία τέτοια παραδοχή έχω την αίσθηση πως αποτελεί την πιο αισιόδοξη καταφατική, όπως βιώνεται εμπειρικά, μεταφυσική. Μία μεταφυσική που η φιλοσοφία θα βρισκόταν ακόμη στην αρχή ή στην καλύτερη περίπτωση στον άχρονο.
Δεν αλλάζει ο Θεός από αυτή την αρχή που συντελείται. Ο Ίδιος Θεός παραμένει. Όπως συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά του ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός που ανακεφαλαιώνει τους Πατέρες σε γνωστό του βιβλίο. Άχρονος, αόρατος, ακατάληπτος. Η αρχή δεν αποτελεί φθορά. Δεν είναι διάβρωση, μία εισχώρηση της τρεπτής κτιστότητας στο αέναο αιωνίως γίγνεσθαι του Θεού. Δεν φθείρεται ο Θεός. Εκείνο που συμβαίνει, κι αυτό είναι το μεγάλο θαύμα και άξιο απορίας, είναι να γνωρίζεται. Υπέροχη λέξη η αποκάλυψη του Θεού. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος με την ίδια άκτιστη φύση αιωνίως, καλύτερα προ-αιωνίως, εισέρχεται στον κόσμο. Δεν γίνεται κόσμος. Αν γινόταν κόσμος θα ήταν κτιστό. Ο Υιός όμως μόνο κτιστός δεν είναι είναι. Η διαφορά Του από τον Θεό είναι στον τρόπο ενέργειας, εκδήλωσης. Γεννάται από τον Θεό. Δεν γίνεται. Βλέπετε, ο Άρειος, φοβερός θεολόγος αλλά κατάντησε αιρετικός, είδε στο γεννάται το γίγνεται, κάτι που συναντούμε στην αριστοτελική θεώρηση.
Ο Θεός λοιπόν γνωρίζεται. Η γνώση του Θεού σημαίνει όμως αγνωσία για κάθε μέθοδο φιλοσοφική. Δεν είναι φιλοσοφική η οδός εδώ. Άριστη η φιλοσοφία, ομολογώ πως την λατρεύω, όμως εδώ χρησιμοποιείται μόνο το σχήμα της, δηλαδή η λέξη ‘’Λόγος’’ (<Ηράκλειτος) αποτελεί φιλοσοφικό δάνειο. ‘’Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καί ὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν, καί Θεός ἦν ὁ Λόγος’’ (Ιω. 1,1). Αυτός ο Λόγος δεν ξεχωρίζεται από τον Πατέρα, αφού υπήρχε στον Θεό Πατέρα. Ο Πατέρας είναι εξάλλου η αιτία των πάντων. Αλλά και κάτι ακόμα μας λέει ο ευαγγελιστής Ιωάννης παραπάνω. Ο Λόγος είναι Θεός. Ο Νεστόριος άλλα ομολογούσε στον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρέα, γι’ αυτό και χαρακτήριζε θεοφόρο άνθρωπο τον Χριστό.
Ο Τριαδικός Θεός αποκαλύπτεται. Μέσα από τις ενέργειες Του στον κόσμο, στην κτίση, στην ιστορία, θα γράψει ο Μ. Βασίλειος. Μέσα στον χρόνο. Δεν βρίσκεται εκτός χρόνου. Η αποκάλυψη δεν αποτελεί μεταφυσικό απωθημένο αλλά συμβάν πραγματικό. Η αυθεντικότητα του γεγονότος δείχνει την αλήθεια του προσώπου, γιατί αν δεν υπάρξει αυθεντικότητα η αλήθεια γίνεται λήθη. Το γεγονός της αποκάλυψης σημαίνει την σάρκωση. Ο Υιός και Λόγος παχύνεται, δηλαδή γίνεται υλικός, γράφει ο Μ. Βασίλειος. Δεν γίνεται ύλη, δεν είναι ύλη, αλλά γίνεται ‘’σύμμορφος’’ του ανθρώπου (απόστολος Παύλος, Βασίλειος Σελευκείας, Μ. Βασίλειος, Γρηγόριος Νύσσης). Αποκτά μορφή, σωματικότητα, ανθρωπινότητα. Εδώ βρίσκεται η κένωση.
Αυτός ο Θεός όμως που βγαίνει από την βεβαιότητα του Εαυτού Του δεν θυμίζει σε τίποτε το αριστοτελικό ‘’κινοῦν ἀκίνητον’’. Μία πολύ ωραία εικόνα μας δίνει ο όσιος Μάξιμος Ομολογητής: «Ὁ γάρ ἀγαθοεργός ἔρως ἐκίνησε τό θεῖον εἰς πρόνοιαν’’ σχολιάζοντας το ‘’Περί Θείων Ονομάτων’’ του αγίου Διονυσίου Αρεοπαγίτη. Το θείο κινείται, ο Θεός βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Αλλά δεν είναι μόνο η κίνηση. Είναι και η κοινωνία. Ο Θεός σε κοινωνία με τον άνθρωπο που δημιουργεί. Αν μας άκουγε ο Πλωτίνος φοβάμαι πως θα ταραζόταν πολύ και θα συμπαρέσερνε και τον δάσκαλο του στο Συμπόσιο που θα διακήρυττε με στεντόρεια φωνή πως ‘’θεός δε ἀνθρώπῳ οὐ μείγνυται’’. Συνδέοντας λοιπόν ο Πλωτίνος την αιωνιότητα (θείο) με την στατικότητα (3η Εννεάδα) θα πει πως δεν έχουμε κίνηση του Θεού προς τον άνθρωπο.
Ο Θεός μας είναι Θεός της σχέσης. Δεν κάθεται και παρακολουθεί. Επεμβαίνει στην ιστορία. Επεμβαίνει στη ζωή του ανθρώπου. Αλλά πρέπει να του το ζητήσει ο άνθρωπος. Είναι μία πολύ όμορφη, αλλά συνάμα και ιδιαίτερη σχέση. Οι Πατέρες χρησιμοποιούν έναν πολύ ωραίο όρο. Αναλογία (Μάξιμος Ομολογητής, Διονύσιος Αρεοπαγίτης). Η αναλογική σχέση Θεού – ανθρώπου και ανθρώπου – Θεού είναι σχέση προσώπων μέσα στον χρόνο. Δεν έχει σημασία ο ορισμός του χρόνου. Εξάλλου, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, για παράδειγμα, στο θέμα της αποκατάστασης των πάντων διαφοροποιείται βασικά στο θέμα κατανόησης του χρόνου (γραμμικά και όχι κυκλικά όπως ο Ωριγένης).
Η θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής κάνει λόγο για την αιωνιότητα. Δεν αρνείται τον παρόντα χρόνο και κόσμο, αλλά όλα αυτά αποκτούν την οντολογική τους διάσταση, την πραγμάτωση αλλιώς, στη Βασιλεία του Θεού. Ο χρόνος εκεί δεν είναι απλά αιώνιος. Είναι πραγματικός. Αληθινός. Ο χρόνος αυτός έχει μία δυνατότητα καταπληκτική. Να βιώνεται στον κοσμικό χρόνο. Όχι σε όσα συμπαρασύρει ο κοσμικός χρόνος ως κτιστές διαβρωτικές και πεπερασμένες εμπειρίες αλλά σε μία πνευματική και εναρμόνια εμπειρία μοναδικής σχέσης του ανθρώπου με τον Θεό Δημιουργό. Σχέση που βιώνεται στην Θεία Ευχαριστία που κατά Μάξιμο Ομολογητή σημαίνεται ως ‘’αλήθεια’’ των πραγμάτων. Εν τέλει, ο χρόνος αχρόνως κινείται και αιωνίως ἐν χρόνῳ πραγματώνεται.
Πρεσβύτερος Ηρακλής Φίλιος (βαλκανιολόγος, θεολόγος)
Εφημέριος Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Διάβας