Ενα φθηνό αντικαταθλιπτικό φάρμακο, το fluvoxamine (φλουβοξαμίνη), μπορεί να μειώσει τις νοσηλείες ασθενών που έχουν προσβληθεί από COVID-19 και αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εμφάνισης σοβαρών μορφών της νόσου, είναι το πόρισμα κλινικής δοκιμής το οποίο δόθηκε την Τετάρτη, στη δημοσιότητα.
«Η φλουβοξαμίνη, ένα φάρμακο που υπάρχει ήδη και το κόστος του είναι χαμηλό, μειώνει τον κίνδυνο να υπάρξει ανάγκη για προηγμένη φροντίδα σε πληθυσμό υψηλού κινδύνου», συμπεραίνουν οι ερευνητές που διεξήγαγαν την έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύονται στο Lancet Global Health.
Η φλουβοξαμίνη χρησιμοποιείται ως αντικαταθλιπτικό και επίσης κατά των ιδεοψυχαναγκαστικών διαταραχών. Οι ερευνητές διεξήγαγαν δοκιμές σε περίπου δέκα νοσοκομεία στη Βραζιλία για να αξιολογήσουν αν το φάρμακο αυτό επιτρέπει να αποφευχθούν οι νοσηλείες ασθενών που προσβλήθηκαν από COVID-19 και το έλαβαν γρήγορα.
Προηγούμενες μελέτες άφηναν ήδη ελπίδες ότι η φλουβοξαμίνη παρουσιάζει ένα τέτοιο ενδιαφέρον όσον αφορά την αντιμετώπιση της COVID-19, αλλά είχαν γίνει σε μικρά δείγματα και η μεθοδολογία τους καθιστούσε τα πορίσματά τους πολύ αβέβαια.
Η έρευνα αυτή στη Βραζιλία έγινε με τη συμμετοχή μιας ομάδας περισσότερων από 700 ασθενών, οι οποίοι συγκρίθηκαν με ισάριθμη ομάδα ασθενών που λάμβαναν ψευδοφάρμακο και χωρίς το υγειονομικό προσωπικό να γνωρίζει ποια θεραπεία χορηγεί.
Οι ασθενείς αυτοί παρουσίαζαν τουλάχιστον έναν παράγοντα κινδύνου: ήταν άνω των 50 ετών, κάπνιζαν, ήταν διαβητικοί, δεν είχαν εμβολιαστεί κλπ
Στην μελέτη αυτή υπολογίστηκε πόσοι ασθενείς από κάθε ομάδα χρειάστηκε εν τέλει να νοσηλευτούν έπειτα από 28 ημέρες ή χρειάστηκε σε μία περίπτωση να παραμείνουν για περισσότερο από έξι ώρες σε ένα τμήμα επειγόντων περιστατικών.
Λιγότεροι ασθενείς από αυτούς που λάμβαναν φλουβοξαμίνη σε σύγκριση με αυτούς στους οποίους χορηγείτο ψευδοφάρμακο – 11% έναντι 16% – βρέθηκαν σε μία από τις δύο αυτές καταστάσεις.
«Η μελέτη αυτή επιτρέπει σαφώς να κρίνουμε ότι η φλουβοξαμίνη συνιστά μια επιλογή που είναι αποτελεσματική, ασφαλής, χαμηλού κόστους και μάλλον μια καλά ανεκτή θεραπεία για την αντιμετώπιση μη νοσηλευόμενων ασθενών με COVID-19», σημειώνει ο ερευνητής Οτάβιο Μπερουάνγκερ, ο οποίος δεν συνδεόταν με την δοκιμή, σε σχόλιό του το οποίο δημοσιεύεται επίσης στην επιθεώρηση.
Ωστόσο, ο ίδιος επισημαίνει τα όρια της έρευνας. Αυτή δεν επιτρέπει να υπάρξει ένα συμπέρασμα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου για την μείωση των θανάτων και, ακόμη και όσον αφορά τις νοσηλείες, τα συμπεράσματά της αποδυναμώνονται από το γεγονός ότι αναμείχθηκαν δύο κριτήρια.
Οι συντελεστές της έρευνας εξηγούν ότι έλαβαν επίσης υπόψη τους την παραμονή στα τμήματα επειγόντων περιστατικών διότι τα νοσοκομεία στη Βραζιλία ήταν υπερφορτωμένα από την κρίση της COVID-19 και δεν μπορούσαν να φροντίσουν ασθενείς που το χρειάζονταν.
(με πληροφορίες από ΑΠΕ)