Βαθιά το χέρι στην τσέπη βάζουν τα νοικοκυριά αφού οι αυξήσεις των τιμών στα είδη διατροφής είναι καθημερινές. Ο οικογενειακός προϋπολογισμός έχει εκτιναχθεί αφού η ενεργειακή κρίση έχει προκαλέσει «έκρηξη» στις τιμές χονδρικής αλλά και λιανικής. Προϊόντα όπως το ψωμί, το κρέας και τα γαλακτοκομικά δημιουργούν πονοκέφαλο στους καταναλωτές, οι οποίοι αναζητούν τρόπους να περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τα έξοδα.
Ειδικότερα αυξήσεις ακόμη και πάνω από ένα ευρώ το κιλό συναντάμε στην αγορά κρέατος. Οι ανατιμήσεις υπολογίζονται στο 20% με 25% και ήδη οι καταναλωτές φαίνεται πως στρέφονται σε κεντρικές αγορές ώστε να αγοράσουν κρέας. Μάλιστα σύμφωνα με τον Οργανισμό Κεντρικών Αγορών και Αλιείας οι τιμές χονδρικής στα κρέατα διαμορφώνονται ως εξής:
● Αρνιά: 9,40 (Σεπτέμβριος 2022) από 8 (Ιούνιος 2022).
● Κατσίκια: 7,5 (Σεπτέμβριος 2022) από 7 (Ιούνιος 2022).
● Γιδοπρόβατα: 5,40 (Σεπτέμβριος 2022) από 3,80 (Ιούνιος 2022).
● Χοιρινά: 2,30 (Σεπτέμβριος 2022) από 2,70 (Ιούνιος 2022).
● Μοσχάρια: 6,5 (Σεπτέμβριος 2022) από 6,3 (Ιούνιος 2022).
Σε ό,τι έχει να κάνει με τις τιμές πώλησης στα σούπερ μάρκετ, το μοσχαράκι από τα 8,50 – 9 ευρώ φτάνει τα 13 – 15, το κοτόπουλο από τα 2 – 2,5 ευρώ φτάνει τα 3,50 – 4 και το χοιρινό από τα 3,50 – 5 ευρώ φτάνει τα 5 – 7 το κιλό. Οι αυξήσεις στο μοσχάρι φτάνουν έως και 76%, ενώ στο κοτόπουλο και το χοιρινό έως 100%. Και αυτό χωρίς να αγοράζει κανείς τη λεγόμενη πρώτη ποιότητα, αφού σήμερα σε σούπερ μάρκετ το βόειο κιλότο φτάνει τα 30 ευρώ το κιλό, το χοιρινό φιλέτο στα 13,5 ευρώ, το κοτόπουλο ελευθέρας βοσκής στα 11 ευρώ το κιλό και το βιολογικό στα 11 ευρώ.
Η επιβάρυνση στο μέσο οικογενειακό τραπέζι που θα αγόραζε από δύο κιλά κρέας από το κάθε είδος είναι αδιανόητα υψηλή. Μία οικογένεια που έδινε για κρέας 27 ευρώ την εβδομάδα τώρα δίνει έως και 52 ευρώ, μία αύξηση πάνω από 90%.
Σε ό,τι αφορά τις τιμές χονδρικής στα λαχανικά διαμορφώνονται ως εξής:
● Κολοκύθια: 1,4 (Σεπτέμβριος 2022) από 0,70 (Ιούνιος 2022).
● Πατάτες εγχώριες 0,70 (Σεπτέμβριος 2022) από 0,48 (Ιούνιος 2022).
● Πιπεριές: 1,00 (Σεπτέμβριος 2022) από 0,80 (Ιούνιος 2022).
● Τομάτες: 0,80 (Σεπτέμβριος 2022) από 0,60 (Ιούνιος 2022).
Ψωμί και γάλα στα ύψη
Το ράλι της ανόδου των τιμών σε όλα σχεδόν τα προϊόντα μοιάζει ασταμάτητο τους τελευταίους μήνες ακόμη και μέρα με τη μέρα, με τις τιμές στο ψωμί και τα γαλακτοκομικά να εκτινάσσουν περαιτέρω τον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Η αύξηση της τιμής ψωμιού όσο και των άλλων αρτοσκευασμάτων στη χώρα μας, στο σύνολο των φούρνων, κινείται στο επίπεδο του 18%. Οι αρτοποιοί λένε πως αναγκάζονται να πουλάνε σε τιμές κόστους την ώρα που επιχειρηματίες του κλάδου τονίζουν πως για να είναι μια επιχείρηση βιώσιμη θα πρέπει να πωλείται το ψωμί στα 2 ευρώ τουλάχιστον και κάποιοι λένε ακόμα και 3 ευρώ το κιλό, πράγμα φυσικά αδύνατο επειδή κανείς δεν θα αγόραζε.
Το γάλα φαίνεται πλέον να είναι είδος πολυτελείας καθώς η αύξηση φτάνει το 30%, ενώ έρχονται και νέες ανατιμήσεις. Η νέα τιμή πώλησης, αν συμφωνηθεί με την αγορά, θα είναι αυξημένη κατά 30% – 35% από τα επίπεδα του 1,25 – 1,30 ευρώ το κιλό που πωλείτο μέχρι πρόσφατα και αυτό σημαίνει νέες ανατιμήσεις των ήδη ακριβών γαλακτοκομικών και τυροκομικών προϊόντων στα ψυγεία των σούπερ μάρκετ.
Μάλιστα η πρόσφατη έρευνα της Eurostat επιβεβαίωσε τη μεγάλη αύξηση στο ψωμί στην Ευρωπαϊκή Ένωση, απόρροια εν πολλοίς του πολέμου στην Ουκρανία και του φρένου στις εξαγωγές από τη Ρωσία, των δύο χωρών που σχετίζονται με τις μεγαλύτερες παραγωγές σιτηρών στην Ευρώπη.
Η μέση τιμή του ψωμιού στην Ε.Ε. ήταν κατά 18% υψηλότερη τον Αύγουστο σε σύγκριση με την προηγούμενη χρονιά, με βάση στοιχεία της Eurostat. Αυτή είναι η μεγαλύτερη αύξηση από τον Δεκέμβριο του 2017, όταν η Eurostat ξεκίνησε να κρατά στατιστικά στοιχεία. Τον Αύγουστο του 2021 η μέση τιμή του ψωμιού αυξήθηκε κατά 3% σε ετήσια βάση. Την προηγούμενη Παρασκευή η Eurostat επιβεβαίωσε ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη έφτασε σε υψηλό όλων των εποχών, στο 9,1% τον Αύγουστο, λόγω των υψηλών τιμών στην ενέργεια και τα τρόφιμα.
Κυνήγι προσφορών
Ύστερα απ’ αυτές τις εξελίξεις οι καταναλωτές, για να τα βγάλουν πέρα, στρέφονται σε προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνας που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών σχετικά με τις προτιμήσεις των καταναλωτών στα σούπερ μάρκετ.
Σε τυχαίο δείγμα 1.500 νοικοκυριών με μηχανογραφημένο σύστημα CATI έδειξε ότι το 31,8% των προϊόντων που αγοράζουν οι καταναλωτές από τα σούπερ μάρκετ είναι ιδιωτικής ετικέτας. Το συγκεκριμένο ποσοστό αποτελεί το υψηλότερο που έχει καταγραφεί τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο της έρευνας.
Η μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σε συνδυασμό με το σφοδρό κύμα ανατιμήσεων στο ράφι, απόρροια της ενεργειακής κρίσης και της αύξησης τιμών των πρώτων υλών, αλλάζουν τις αγοραστικές συνήθειες των καταναλωτών και σκληραίνουν τους όρους του παιχνιδιού για τα επώνυμα καταναλωτικά είδη.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η έρευνα του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ), η οποία επισημαίνει ότι οι καταναλωτές κυνηγούν τις προσφορές. Μάλιστα η μέση εξοικονόμηση των καταναλωτών από τις προσφορές και τις εκπτώσεις στα σούπερ μάρκετ ξεπερνά το 13%, ενώ το 75% των καταναλωτών επιλέγει οικονομικότερες επιλογές προϊόντων.
Προσφορές και εκπτώσεις κυνηγούν οκτώ στους δέκα καταναλωτές ενώ δύο στους τρεις έχουν μειώσει την κατανάλωση ρεύματος και τις αγορές τροφίμων, με σημαντικές αλλαγές να καταγράφονται στις καταναλωτικές συνήθειες εξαιτίας του πολέμου, σύμφωνα με το ΙΕΛΚΑ.
Συγκεκριμένα, ξεκάθαρη είναι μία τάση των καταναλωτών για εξοικονόμηση χρημάτων για τις αγορές βασικών αγαθών. Το 84% του κοινού δηλώνει ότι κυνηγάει περισσότερο προσφορές και εκπτώσεις (έναντι 79% στη μέτρηση του Απριλίου 2022). Σημειώνεται ότι η μέση εξοικονόμηση των καταναλωτών από τις προσφορές και τις εκπτώσεις στα σούπερ μάρκετ ξεπερνά το 13%.
Επίσης, ποσοστό 75% δηλώνει ότι αναζητεί φθηνότερες επιλογές προϊόντων, κάτι που αποδεικνύεται από την αύξηση των πωλήσεων των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας το πρώτο τρίμηνο του 2022, η οποία πλησιάζει το 10%. Ποσοστό 67% δηλώνει ότι έχει μειώσει συνολικά τις αγορές σε είδη τροφίμων και είδη παντοπωλείου (έναντι 61% στη μέτρηση του Απριλίου).