Αργά το βράδυ του Δεκαπενταύγουστου, ανεβαίνοντας στα παλιά λημέρια του Αγροτικού μου, θέλοντας να περάσω από τα πανηγύρια της Τρυγώνας, του Κορυδαλλού και της Παναγίας, στο ύψος του Ορθοβουνίου, διασταυρώθηκα με ένα όμορφο πλάσμα που εισέβαλε στον δρόμο μου, μέσα από το σκοτάδι της νύχτας….επιχειρώντας να διασχίσει την άσφαλτο.
Δεν πρόλαβα να το φωτογραφίσω…σταμάτησα…κόρναρα….έπαιξα τα φώτα για να προειδοποιήσω το ίδιο και τον οδηγό που ερχόταν από το αντίθετο ρεύμα…και τελικά το είδα να χάνεται, πάλι, ασφαλές, πίσω από το αριστερό κιγκλίδωμα…Έφερε στο νου μου την εκδήλωση που είχαμε κάνει πριν 4 χρόνια στη Βιβλιοθήκη της Καλαμπάκας παρουσιάζοντας το διήγημα της Άλις Μάνρο «Η αρκούδα διάβηκε το βουνό», για τη νόσο Alzheimer’s https://trikalain.gr/o-christos-liapis-sti-vivliothiki-kalampakas-ena-diigima-gia-ti-noso-toy-alzheimer/ “Ήταν ακριβώς ο εαυτός της τούτη τη μέρα – ντόμπρα και αόριστη, όπως πράγματι ήταν. γλυκιά και ειρωνική”….
Ήρθε στον νου μου και η «Αιολική Γη» του Ηλία Βενέζη: ”Αυτά διηγόταν η μεγάλη αρκούδα για την ιστορία της φυλής τους στο αρκουδάκι, τη σεληνοφώτιστη νύχτα, ψηλά στα Κιμιντένια. Άκουγε το μικρό με ξαφνιασμένα μάτια και προσπαθούσε να καταλάβει το νόημα του κόσμου.
“Τι γίνανε οι άλλες αρκούδες της φυλής μας που ήρθανε στα Κιμιντένια;” ρώτησε.
‘Κι εδώ μας βρήκε ο άνθρωπος. Χάθηκαν όλες απ’ το χέρι του”.
“Κι ο πατέρας μου; Τι απόγινε ο πατέρας μου;”
Η μεγάλη αρκούδα θα ‘θελε πολύ να μη βάζει σε λύπη από τόσο μικρό το παιδί της. Μα δε γινόταν. Έπρεπε από τώρα ν’ αρχίσει να μαθαίνει τον κόσμο και να ξέρει τη μοίρα του:
“Ήταν τον καιρό που τα χιόνια αρχίζουν να λιώνουν κι οι αγριομέλισσες αφήνουν τις φωλιές τους και γυρίζουν στα δέντρα να φάνε”, είπε. “Πήγε να μας φέρει μια φωλιά με μέλι, γιατί ό,τι σε είχα γεννήσει κι ήμουνα ανήμπορη. Δεν ξαναγύρισε”.
“Γιατί;”
“Ο άνθρωπος!”, είπε η μάνα. “Θα συναπαντήθηκε με άνθρωπο!”
Τι φοβερό θεριό, λοιπόν, να ‘ναι αυτό, “ο άνθρωπος”, συλλογιζόταν το αρκουδάκι.…“Ο άνθρωπος αγαπά να χτυπά όσους του μοιάζουν”, είπε πάλι η μεγάλη αρκούδα. “Αγαπά να σκοτώνει τον όμοιό του”.
“Αχ!” στενάζει το αρκουδάκι,“Τι καλά που θα ‘ταν να μην ήταν ο άνθρωπος”….και συνέχισα τον δρόμο του παλιού μου Αγροτικού…τον δρόμο προς την Παναγία…
Χρίστος Χ. Λιάπης MD, MSc, PhD
Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μιου Αθηνών
Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ
Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας