(Πρόκειται για μια αληθινή ιστορία, βιωματική για μένα , που συνέβη παραμονή Χριστουγέννων σε μια από τις τελευταίες χρονιές του περασμένου αιώνα, και που θα ήθελα να την μοιραστώ μαζί σας, για να ξεφύγουμε και λίγο από το ζοφερό πολιτικό κλίμα των ημερών).
Γράφει ο Χρήστος Γκίμτσας
Παραμονή λοιπόν Χριστουγέννων και εγώ να εφημερεύω στο Γ.Ν. Τρικάλων.
Λίγο πριν τα μεσάνυχτα, ζήτησε να με δει ένας ασθενής που η κατάστασή του δεν επέτρεπε καμία αισιοδοξία. Ο χρόνος του σ’ αυτή την ζωή, μετρημένος, και το ήξερε.
Όταν πήγα δίπλα του, ζήτησε να πλησιάσω το πρόσωπό μου στο δικό του, και με ανήμπορη φωνή, μου ψιθύρισε κάποια λόγια που ήταν ένα μήνυμα για κάποια Μαρίνα.
«… έτσι να της πείς γιατρέ, γιατί όταν θα έλθει , δεν θα με βρει…», και αυτές ήταν οι τελευταίες του λέξεις.
Του υποσχέθηκα πως θα το κάνω, αλλά
ξαφνιάστηκα μ’ αυτά που άκουσα. Πως μπορούσε ένας τόσο βαριά άρρωστος, να είναι συγχρόνως και τόσο δυνατά ερωτευμένος.
‘’Εφυγε’’ λίγες ώρες μετά, αλλά η Μαρίνα δεν εμφανίστηκε ποτέ για να παραλάβει το μήνυμα της.
Το κράτησα λοιπόν μέσα μου συγκινημένος και μετά από καιρό το μετέτρεψα αυθαίρετα σε στιχουργική μορφή, έτσι , για να έχει μία συναισθηματική ενίσχυση. Και τώρα που πλησιάζουν οι γιορτές , το θυμήθηκα μετά από τόσα χρόνια, και θέλω να το μοιραστώ μαζί σας.
Λοιπόν:
Ο ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ Ο ΘAΝΑΤΟΣ ΤΑΞΙΔΕΥΟΥΝ
ΜΑΖΙ ΠΡΩΤΗ ΘΕΣΗ
Όταν γυρίσει , πες’ της,
πως δεν θα είμαι στο σπίτι,
που τώρα πια είναι δικό της.
Tα κλειδιά ξέρει που είναι κρυμμένα.
Στο ψυγείο θα βρει μόνο αγάπη
και δίπλα στο κομοδίνο ,
τα λίγα ρέστα της ζωής μου.
Μην ρωτήσει πότε θα γυρίσω.
Από εκεί που πάω δεν επέστεψε κανείς.
Μόνο μια επιθυμία αφήνω πίσω μου:
Αν μπορεί, να με θυμάται.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Αν αυτή την Μαρίνα την γνωρίζει κάποιος από εσάς, η η ίδια διαβάσει αυτές τις γραμμές, να ξέρει πως είναι γι’ αυτήν και της ανήκουν.
Με τις καλύτερες ευχές μου.