Τα «οικονομικά μιας -καθόλου αθώας- απάτης» περιγράφει σε άρθρο του ο Γιάννης Δραγασάκης εξηγώντας πως η Νέα Δημοκρατία αυξάνει την φορολογική επιβάρυνση κρατώντας τους ίδιους συντελεστές.
Ο κ. Δραγασάκης σημειώνει ότι η ΝΔ ισχυρίζεται πως «μείωσε 50 φόρους» και πως το πρόγραμμά της «δεν αυξάνει κανέναν φόρο» ωστόσο, όπως εξηγεί, όταν υπάρχει πληθωρισμός δεν χρειάζεται να αυξήσεις τους συντελεστές για να αυξήσεις τα φορολογικά έσοδα. Αρκεί να μη τους μειώσεις.
«Αν το καλάθι του νοικοκυριού από 50 ευρώ που στοίχιζε πριν από τον πληθωρισμό στοιχίζει τώρα, ας πούμε, 100, αυτός ο διπλασιασμός της τιμής δεν συνεπάγεται διπλασιασμό του ΦΠΑ που πληρώνει ο καταναλωτής; Αν ένας αγρότης πλήρωνε ένα σακί με λίπασμα 50 ευρώ και τώρα το πληρώνει 150 δεν πληρώνει τριπλάσιο φόρο; Αν για να βάλεις βενζίνη στο αυτοκίνητο ήθελες 50 ευρώ και μετά τον πληθωρισμό θέλεις 100, δεν πληρώνεις περισσότερο φόρο; Αυτό δεν είναι φορολογική επιβάρυνση; Ασφαλως και είναι. Και οφείλεται στο γεγονός ότι ενώ αυξήθηκε ο πληθωρισμός δεν μειώθηκαν οι συντελεστές» αναφέρει χαρακτηριστικά και επισημαίνει ότι το ίδιο ισχύει και με τον φόρο εισοδηματος:
«Οι ονομαστικές αυξήσεις των μισθωτών συνεπάγονται υψηλότερη φορολογική αφαίμαξη (fiscal drag) αν δεν τιμαριθμοποιούνται οι φορολογικοί συντελεστές. Αλλά ας περιοριστούμε στους έμμεσους φόρους. Αυτό έκανε, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης και το αναγνωρίζει: »Σας βεβαιών’, υποστηρίζει, »ότι θα ήταν πολύ πιο δημοφιλές να μειώναμε τον ΦΠΑ και τον ειδικό φόρο κατανάλωσης». Όμως δεν τους μείωσε. Διότι, όπως εξηγεί, »χρησιμοποιήσαμε τον δημοσιονομικό χώρο που είχαμε στη διάθεσή μας για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τους πιο αδύναμους. Και αυτό θα εξακολουθήσουμε να κάνουμε. Από την άλλη, έχω πει πολλές φορές ότι η επιδοματική πολιτική είναι προσωρινή από τη φύση της. Είναι μια έκτακτη λύση σε ένα έκτακτο πρόβλημα»».
Ο επίλογος αυτής της επιλογής, υπογραμμίζει ο κ. Δραγασάκης, είναι ότι «τα επιδόματα θα κοπούν, αλλά οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές θα μείνουν. Και αυτός είναι ο σκληρός πυρήνας του ταξικού σχεδίου του Κυριάκου Μητσοτάκη».
Και συμπληρώνει ότι «οι έμμεσοι φόροι, ο κυριότερος από τους οποίους είναι ο ΦΠΑ, αποτελούν το 60% των φορολογικών εσόδων. Οι έμμεσοι φόροι είναι από τη φύση τους οι πιο άδικοι. Γι’ αυτό και μόνο εξ αυτού του λόγου το ελληνικό φορολογικό σύστημα είναι από τα πιο άδικα στην Ευρώπη. Τι σκέφτηκε ο πονηρά και ταξικά σκεπτόμενος πολιτευτής; Θα παίρνουμε, σκέφτηκε, ας πούμε 100 ευρώ, από τους πολλούς, με τους έμμεσους φόρους, και από αυτά θα κάνουμε φοροαπαλλαγές στους πλούσιους και για να μην φαίνεται τόσο προκλητικό θα διαθέτουμε ένα μικρό μέρος για μικροελαφρύνσεις και για τους υπόλοιπους.
Έτσι λοιπόν ο κ. Σκέρτσος θα μπορεί να λέει δύο ψέματα σε συσκευασία ενός: “Το πρόγραμμά μας δεν έχει κανέναν νέο φόρο. Αντίθετα προβλέπει φοροελαφρύνσεις για όλους, πλούσιους και φτωχούς”. Κι έτσι οι “κακοί” υποτίθεται ότι είναι οι… άλλοι, οι απέναντι”».